Ο Κωνσταντίνος Μπιτζάνης, διευθύνων σύμβουλος της «Τεχνόπολις» Δήμου Αθηναίων Α.Ε., κάνει την αποτίμηση και θέτει τους στόχους για το άμεσο μέλλον
Του Δημήτρη Μαστρογιαννίτη
Αναλάβατε πριν από δέκα πέντε μήνες. Τότε, πάλι στην A.V., είχατε αναλύσει τους άξονες στους οποίους επρόκειτο να κινηθείτε. Να τους θυμηθούμε, πριν δούμε πόσο υλοποιήθηκαν;
Τόσο εγώ όσο και η πρόεδρος της Τεχνόπολης, κυρία Αγγελική Αντωνοπούλου, επιμένουμε σε τρεις άξονες πάνω στους οποίους στηρίζεται η δουλειά μας. Ο πρώτος και πιο σημαντικός ήταν ν’ αναδείξουμε τον μουσειακό χαρακτήρα αυτού του βιομηχανικού χώρου, που είναι το νεότερο μνημείο της Αθήνας και το πιο ολοκληρωμένο εργοστάσιο γκαζιού στην Ευρώπη. Δεύτερος στόχος ήταν να γίνει οικονομικά αυτοδύναμη η Τεχνόπολη. Tρίτος, αυτός ο χώρος να δίνεται σε νέους δημιουργούς απ’ όλο το φάσμα των τεχνών για να συναντήσουν το κοινό τους, και να βοηθήσει την νεανική επιχειρηματικότητα.
Λόγω εποχής, ας αρχίσουμε με τον οικονομικό άξονα.
Είμαστε πολύ κοντά στο στόχο της αυτοτέλειας. Η Τεχνόπολη, ως Ανώνυμη Εταιρεία Ο.Τ.Α. Προστασίας και Ανάδειξης Βιομηχανικού Αρχαιολογικού Πάρκου Αθηνών, δεν είναι πια ζημιογόνα. Ανοίγω μια παρένθεση. Να θυμίσω πως τελείωσε και ο διαχειριστικός έλεγχος για τα πεπραγμένα της προηγούμενης διοίκησης, που δείχνει οικονομικές ατασθαλίες. Μένει η δικαιοσύνη να αποφανθεί τι είδους ευθύνες υπάρχουν και να τις αποδώσει. Ο Ο.Π.Α.Ν. Δήμου Αθηναίων, λοιπόν, έδινε ένα συγκεκριμένο ποσό στην Τεχνόπολη, το οποίο έχουμε μειώσει και ευελπιστούμε μέχρι τέλος της χρονιάς να το μειώσουμε κι άλλο. Έχουμε περιορίσει πολύ τις δαπάνες και έχουμε αυξήσει τα έσοδα. Αυτά, ενώ δημιουργούμε και το Μουσείο! Τα έσοδα της Τεχνόπολης έρχονται από την ενοικίαση των κτιρίων, τα ποσοστά των συναυλιών, τη διαχείριση των κυλικείων, είτε του δικού μας είτε των κυλικείων που διαθέτει ο δήμος σε δημοτικά διαμερίσματα, και τις χορηγίες – στο φετινό μας πρόγραμμα χορηγός είναι η Cosmote. Η οικονομική μας αυτοδυναμία καθιστά εφικτό, σε μια εποχή όπου το δημόσιο χρήμα έχει περιοριστεί πάρα πολύ, να συνεχίζουμε να παράγουμε πολιτισμό χωρίς να επιβαρύνουμε το δημότη. Και όχι μόνο αυτό, αλλά να έχουμε και κοινωνική προσφορά. Θυμηθείτε τη συναυλία που διοργανώσαμε με τους «Γιατρούς του Κόσμου», όπου αντί για εισιτήριο ο κόσμος έφερνε αντιβιοτικά, ή το πολύ πρόσφατο δωρεάν Jazz festival. Δωρεάν θα είναι και η είσοδος στο μουσείο.
Πρόσεξα στο χώρο όπου δίνονται οι συναυλίες το στήσιμο μιας φοβερής, πλήρους εξοπλισμένης σκηνής!
Αποφασίσαμε πως αντί να νοικιάζουμε το χώρο, να νοικιάζουμε τις υποδομές – έχουν γίνει με τις αυστηρότερες προδιαγραφές της αγοράς, σε σχέση με τον ήχο και το φωτισμό. Αυτό μας δίνει το δικαίωμα να μετέχουμε στα έσοδα των συναυλιών, με μεγαλύτερο, σε σχέση με πριν, ποσοστό. Είναι μια συμφέρουσα συμφωνία και για τους φιλοξενούμενους και για την Τεχνόπολη. Οι μεν γλιτώνουν χρόνο και χρήμα από το στήσιμο της σκηνής, κι εμείς επιπλέον εξασφαλίζουμε καλύτερη ποιότητα για τις συναυλίες που συμπεριλαμβάνονται στο πρόγραμμά μας.
Πάμε στο πρόγραμμα. Το καλοκαιρινό έχει μπει γερά στη ζωή της πόλης. Νομίζω όμως πως ο χώρος, στη διάρκεια του χρόνου, δεν έχει ένα σαφές πολιτιστικό στίγμα.
Είναι σωστή η παρατήρησή σας, αλλά η Τεχνόπολη δεν είναι Φεστιβάλ Αθηνών. Τι εννοώ με αυτό; Δεν πιστεύουμε πως πρέπει να υπάρχει μια καλλιτεχνική επιτροπή που να αποφασίζει ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Ο δήμος έχει στο DNA του το άνοιγμα στην πόλη και αυτό επιθυμούμε. Δεν σημαίνει, βέβαια, πως δεν υπάρχει ένα φιλτράρισμα σε ό,τι φιλοξενούμε. Σε σχέση με το συναυλιακό κομμάτι: Υπάρχουν καλλιτέχνες, για τους οποίους η Τεχνόπολη είναι μια σταθερή στάση και, το κυριότερο, υπάρχει κόσμος που περιμένει ειδικά να τους δει εδώ. Αυτό σημαίνει κάτι. Επιπλέον, Jazz Festival και Τεχνόπολη έχουν ταυτοποιηθεί. Από φέτος ξεκινάμε το World Music Festival, το οποίο θέλουμε να κάνουμε θεσμό. Ωστόσο, θα το δεχτώ πως υπάρχει πρόβλημα με την ταυτότητα. Αυτό έχει να κάνει και με τον τρόπο που τον χειρίστηκαν οι προηγούμενες διοικήσεις. Τον έκαναν ως χώρο γνωστό, αλλά… σκεφτείτε πως, όταν αναλάβαμε, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με τις εξαγγελίες της προηγούμενης διοίκησης για τη λειτουργία μουσείου για τη Μαρία Κάλλας σε ένα αεριοφυλάκιο. Πρέπει να γίνει ένα μουσείο αφιερωμένο στη μεγάλη Ελληνίδα σοπράνο, αλλά τι σχέση έχει η Μαρία Κάλλας με αυτό το χώρο;
Αν σκεφτώ τα ονόματα που έχουν οι αίθουσες, μπορώ να καταλάβω τι λέτε.
Πράγματι, τα ονόματα των μεγάλων μας ποιητών δεν συνάδουν με αίθουσες ενός βιομηχανικού μνημείου. Είμαστε πεπεισμένοι πως η λειτουργία του μουσείου θα ολοκληρώσει την ταυτότητα του χώρου. Πάντως το πρόγραμμα δεν είναι κάτι στατικό, συνεχώς διαμορφώνεται, προσθέτουμε νέες εκδηλώσεις – φιλοξενήσαμε για πρώτη φορά τον Μήνα Φωτογραφίας, προάγουμε τη νεανική δημιουργικότητα, τις τέχνες, αλλά και την επιχειρηματικότητα.
Έχετε κάνει κάποιου είδους έρευνα για το αν γνωρίζει ο κόσμος που έρχεται εδώ τι είναι αυτός ο χώρος;
Είχα σοκαριστεί όταν σε μία από τις πρώτες συναυλίες άκουγα 4 νέα παιδιά να αναρωτιούνται έξω από το κτίριο του 9,84: «Καλά, γιατί έκαναν στρογγυλά τα κτίρια εκείνη την εποχή;» (σ.σ. πρόκειται για το Αεριοφυλάκιο του εργοστασίου, πάνω στον κορμό του οποίου χτίστηκε πολύ μεταγενέστερα το κτίριο του 9,84). Συνειδητοποίησα έτσι πως δεν φτάνει η αύρα που αποπνέει ο χώρος για να καλύψει το κενό για πληροφόρηση – γι’ αυτό και είναι πιο επιτακτική η ανάγκη για τη δημιουργία του μουσείου. Με τη σήμανση δε που προβλέπει η μελέτη, κι ένας αδιάφορος επισκέπτης δεν θα υποπέσει ξανά σε ανάλογο λάθος.
Και φτάσαμε στο ποθητό. Σε ποια φάση βρίσκεται η υλοποίηση του μουσείου;
Δουλέψαμε εντατικά και έχουμε κρατήσει όλα τα χρονοδιαγράμματα. Ήδη έχουν ξεκινήσει από πέρυσι ξεναγήσεις σχολείων από ιστορικούς και μουσειολόγους – έχουν περάσει από εδώ περισσότερα από εκατόν είκοσι σχολεία. Επίσης έχουν ξεκινήσει μουσειοπαιδαγωγικά παιχνίδια κάθε Κυριακή. Παράλληλα έχουμε ολοκληρώσει τη μουσειολογική μελέτη, έχουμε βρει χορηγούς για την υλοποίησή του –οι εταιρείες φυσικού αερίου– και κρατάμε τη δέσμευσή μας μέχρι τέλος του χρόνου να εγκαινιαστεί.
Αναρωτιέμαι αν υπάρχουν στατικά προβλήματα σε κάποια από τα κτίρια. Τι γίνεται με τη συντήρησή τους;
Προβλήματα υπάρχουν, αλλά όχι σε επικίνδυνο βαθμό. Κτίρια που έχουν ανακηρυχθεί διατηρητέα από το 1986 αφέθηκαν χωρίς ένα οργανωμένο πρόγραμμα συντήρησης. Το πρώτο πράγμα που κάναμε είναι μια μελέτη για να μας υποδείξει όλες τις παθογένειες των κτιρίων· σήμερα τις γνωρίζουμε, τα προβλήματα έχουν να κάνουν με διαβρώσεις, σκουριές μετάλλων κ.λπ. Στη συνέχεια δρομολογήσαμε τη λύση των πιο οξυμένων προβλημάτων συντήρησης, με τα λίγα χρήματα που διαθέτουμε, και αφορούν κυρίως τις εγκαταστάσεις που συμπεριλαμβάνονται στη μουσειακή βόλτα. Για παράδειγμα, βρήκαμε το κατάλληλο τμήμα από τα ΤΕΙ που ασχολείται με την αποκατάσταση μεταλλικών στοιχείων και αυτή τη στιγμή εργάζεται συντηρώντας αντικείμενα του μουσείου και τα ψυχραντήρια, τα οποία είχαν σχεδόν διαλυθεί. Συγχρόνως θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα πρωτόκολλο συντήρησης ώστε σε συνεργασία με το Υπουργείο Πολιτισμού να διεκδικήσουμε τα απαραίτητα κονδύλια συντήρησης, για να μπορούν και οι μελλοντικές γενιές να βλέπουν όρθιες τις υψικαμίνους – το σήμα κατατεθέν της Τεχνόπολης.
Πάντως, θα έχετε δυσκολίες για να περάσετε στη συνείδηση του κόσμου πως στην ουσία εδώ πρόκειται για ένα μνημείο.
Πράγματι, αρκεί να σκεφτούμε πως όταν ξεκίνησαν οι συζητήσεις για να παραμείνει ο χώρος ως έχει, δεν είχαν λείψει οι φωνές που πρότειναν την κατεδάφισή του… Χρειαζόμαστε μια νέα αφήγηση για να περάσει στον κόσμο η αξία του χώρου. Πάντως, υπάρχει ένα αστείο. Το εργοστάσιο αεριόφωτος διατηρήθηκε σ’ αυτήν την κατάσταση εξαιτίας της ελληνικής αδράνειας στις αρχές του 20ού αιώνα να παρακολουθήσει τις ευρωπαϊκές εξελίξεις στο χώρο της παραγωγής του φωταερίου. Είναι ίσως το μοναδικό θετικό αποτέλεσμα μιας συντηρητικής και καθυστερημένης αντίληψης. Της το οφείλουμε (γέλια).
Στην τελική ευθεία για το Μουσείο
«Τα μουσεία έχουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα – είναι ανοιχτά στο χρόνο. Μπορούν την αφήγησή τους να την επικαιροποιούν, χρησιμοποιώντας τα μέσα που προσφέρει η εποχή. Προχωράμε λοιπόν την υλοποίηση του Mουσείου Φωταερίου, έχοντας στα χέρια μας πια τη μουσειακή μελέτη και με στόχο ν’ ανοίξει στο τέλος του ’12. Σκοπός μας είναι να αναδείξουμε: 1. Το αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον των κτιρίων 2. Τη συμβολή του εργοστασίου στον εκσυχρονισμό της Αθήνας – εδώ συνέβαινε ένα τεχνολογικό θαύμα. Το “ευτελές” κάρβουνο, μέσω μιας συγκεκριμένης διαδικασίας, έδινε φως στη μέχρι πρότινος σκοτεινή πόλη. Οι επισκέπτες θα παρακολουθούν αυτή τη διαδικασία σε όλα τα στάδια. 3. Παρακολουθώντας, θ’ αντιλαμβάνεται κάποιος το ρόλο των συντελεστών –εργάτες, επιστήμονες, επιχειρηματίας– και την αξία της συλλογικότητας. 4. Θα αναδειχθούν οι επιρροές στο άμεσο περιβάλλον, π.χ. στη γειτονιά, αλλά και στην κοινωνία. 5. Ευελπιστούμε πως θα γίνει αντιληπτή η αξία της βιομηχανικής παραγωγής ως αίτημα για την πρόοδο μιας χώρας. 6. Θα επικοινωνήσουμε τις νέες ενεργειακές μορφές. Όλα αυτά θα γίνονται αντιληπτά μέσω μιας μόνιμης έκθεσης στο παλιό σιδηρουργείο –θα περιλαμβάνει από κινηματογραφικά ντοκουμέντα και μαρτυρίες εργαζόμενων, μέχρι διαφημίσεις του εργοστασίου, φωτογραφίες, έγγραφα αρχείου κ.ά.– και με το μουσειακό περίπατο, που θα πραγματοποιείται είτε σε γκρουπ είτε κατά μονάδες στους χώρους».
- Κωνσταντίνος Μπιτζάνης
Δείτε εδώ ολόκληρο το αφιέρωμα της Athens Voice στην Τεχνόπολη